- εικονογραφούμαι
- εικονογραφούμαι, εικονογραφήθηκα, εικονογραφημένος βλ. πίν. 74——————Σημειώσεις:εικονογραφούμαι : η μτχ. εικονογραφημένος χρησιμοποιείται κυρίως ως επίθετο (εικονογραφημένες ιστορίες → με εικόνες).
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.